κείμενο: Κλέλια Πάππου
Είδα και διάβασα τις «50 αποχρώσεις του Γκρι» και πολύ μου άρεσε.
Γιατί ήταν αυτό που περίμενα. Γιατί όταν το αγόραζα, δεν πίστευα ότι θα διαβάσω λογοτεχνία υψηλού επιπέδου, αλλά κάτι απλό και εύπεπτο και έτσι ήταν. Και μπορεί με την ταινία να μην δάκρυσε το «Θωρηκτό Ποτέμκιν», αλλά δεν περίμενα να συμβεί κιόλας να σας πω την αλήθεια. Σε αντίθεση με τόσες και τόσες πολλά υποσχόμενες οσκαρικές ταινίες, που περιμένεις να συγκλονιστείς και μένεις κοιτώντας την οθόνη, ψάχνοντας να βρεις τα βαθιά νοήματα που θα έπρεπε να καταλάβεις. Όπως για παράδειγμα το Whiplash, το οποίο έπρεπε οπωσδήποτε να δούμε φέτος και που αν τελικά δεν είσαι ντράμερ η ταινία απλά δεν σε αφορά. Αν είσαι και σαν εμένα, που ούτε σταθερό ρυθμό στο χειροκρότημά μου δεν μπορώ να κρατήσω, τότε μάλλον η συγκεκριμένη ταινία σε αφήνει παγερά αδιάφορο.
Ενώ με τις «Αποχρώσεις» ήξερες. Ρομάντζο περιοπής – μπόλικη γκλαμουριά από Χόλιγουντ – αγόρι αγαπάει κορίτσι – τσακώνονται – προφανώς στη δεύτερη ταινία τα βρίσκουν και πας στο σπιτάκι σου ανάλαφρος και αστεναχώρητος γιατί αύριο σε περιμένει και μανίκι στο γραφείο. Όσο για το σαδομαζό της υπόθεσης, σταμάτα να το παίζεις ηθικολόγος, γιατί λίγο ως πολύ κάθε φυσιολογικός άνθρωπος έχει έστω σκεφτεί να το δοκιμάσει. Και εννοείται ότι το παιχνίδι εξουσίας και υποταγής είναι διεγερτικό, αλλιώς ο Γκρέι θα ήταν το παιδί από τη Δέλτα της γειτονιάς κι η Αναστέζια θα λεγόταν Σούλα και θα είχε το κομμωτήριο στη γωνία. Όσο για τα «πρότυπα που περνάει η ταινία» και που τόσο αριστοτεχνικά αναλύονται τον τελευταίο καιρό στα διάφορα έντυπα θα σε ρωτήσω: Τις 50 αποχρώσεις περίμενες για να αποκτήσεις πρότυπα; Όταν η μαμά σου σού αγόραζε στα εφτά την «Πολυάννα» που παντρεύεται τον πανέμορφο, πανέξυπνο και φυσικά ζάμπλουτο νεαρό, ενώ παράλληλα η ίδια διαβάζει Άρλεκιν κάτω από την ομπρέλα στην θάλασσα, εκεί δεν διαμορφώθηκαν τα πρότυπά σου; Ή μήπως εσύ ξεκίνησες από Μπόρχες; Και μην κοιτάς που τώρα απορρίπτεις την Μαντά, κάποτε την διάβασες για να καταλήξεις να την απορρίψεις. Αλλιώς ή η απόρριψη δεν ισχύει ή τα χιλιάδες αντίτυπα που πουλάει τα αγοράζουν τα ξαδέρφια της για να της κάνουν σεφτέ.
Με λίγα λόγια και το βιβλίο και η ταινία ήταν αν μη τι άλλo ειλικρινή. Πήγες, είδες, αγόρασες, διάβασες. Αν ήθελες να περάσεις την ώρα σου ευχάριστα και χωρίς δεύτερες σκέψεις στο πρόσφερε. Δεν διαφέρει σε τίποτα από το «Μια βραδιά στο Notting Hill» ή από το «Ημερολόγιο» γι ‘αυτό ξεκόλλα και παραδέξου ότι το έχεις διαβάσει. Αφού σε είδα το καλοκαίρι που το έκρυβες κάτω από την πετσέτα.
– Photo by: Γιάννης Αλμπανέλλης